θεοτόκος

θεοτόκος
θεοτόκος
mother of God
fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • θεοτόκος — I Χριστιανική προσωνυμία της Μαρίας, μητέρας του Ιησού, που έχει τις ρίζες της στην αρχαιότατη παράδοση της Εκκλησίας και κυρίως στην Καινή Διαθήκη. Η προσωνυμία αυτή γενικεύτηκε στις τάξεις των χριστιανών τον 4ο αι., όταν διάφοροι αιρετικοί… …   Dictionary of Greek

  • Θεοτόκος — η η μητέρα του Θεού (του Χριστού), η Παναγία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • θεοτόκε — θεοτόκος mother of God fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεοτόκοι — θεοτόκος mother of God fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεοτόκον — θεοτόκος mother of God fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεοτόκου — θεοτόκος mother of God fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεοτόκους — θεοτόκος mother of God fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεοτόκῳ — θεοτόκος mother of God fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μιστράς — I Βυζαντινή πολιτεία της Πελοποννήσου, έξι χιλιόμετρα ΒΔ της Σπάρτης, ερειπωμένη σήμερα, η οποία στάθηκε στο προσκήνιο της ιστορίας για δύο αιώνες και τα ερείπιά της αποτελούν πολύτιμη πηγή για τη γνώση της ιστορίας, της τέχνης και του πολιτισμού …   Dictionary of Greek

  • κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”